Ο Ιπτάμενος Μπρουσλής..
Περπατούσαμε και οι τρείς στην παραλία Θεσσαλονίκης, εγώ, ο Στάθης και ο Στέλιος. Είμασταν και οι τρείς αχώριστοι, και πηγαίναμε και στην ίδ...
Ο Στάθης μίλαγε όπως πάντα για μηχανάκια, δεν τον άκουγες να μιλάει ποτέ του για κάτι άλλο, ήταν όλη του η ζωή. Ο Στέλιος μίλαγε όλο για καράτε, κάνοντάς μας συχνά ρεζίλι σε κόσμο, κάνοντας φιγούρες με τα πόδια του, κι έκοβε πάντοτε τα νύχια του μέχρι τον αγκώνα..
Μια μέρα θυμάμαι, πήγε μέσα στο σινεμά που ήταν γεμάτο κόσμο να κάνει σπαγκάτο να τον θαυμάσουν κάτι κοριτσάκια. Όχι πως δεν μπορούσε, ..μωρέ αυτός μπορούσε, το παντελόνι του δεν το άντεξε. Χρίιιιτς,,,ακούστηκε με το που πήγε να το κάνει, έχοντας πάρει φόρα και κάνοντας ένα τρελό σάλτο στον αέρα, έχοντας ήδη ανοιχτά τα πόδια. Αντί να κόψει όμως, ο χάχας είχε πάρει πλέον τόση φόρα που ήταν αδύνατο, οπότε ακούστηκε και το μοιραίο χράτς!
_Στάθης; πάει αυτός, βγάλε ζακέτα..
_Γιατί; _Τι γιατί ρε, δεν άκουσες τον χαρακτηριστικό ήχο;
_Όχι..τι έγινε..
_Δώσ' του ρε του μαλάκα τη ζακέτα σου να τη ζωστεί σαν φουστανέλα, γιατί σκίστηκε το παντελόνι του γελοίου..
Απο τότε, κι επειδή η κίνησή του είχε μεγάλη δόση μπαλέτου, τον ονομάσαμε ιπτάμενο Ολλανδό. Ο Στάθης ήταν κάπως..όχι χοντρός, όχι γεμάτος, ..απλά μωρέ, να..ήταν γερά, πολύ γερά ..του θανατά γερά χτισμένος. Άμα φόραγα το σακάκι του, θα μπορούσα να κλέψω και να κουβαλήσω ένα πρόβατο άνετα μέσα χωρίς να το πάρει χαμπάρι κανένας.
Τα πουκάμισά του δεν τα πέταγε ποτέ, με αυτά σκέπαζε το αυτοκίνητο ο πατέρας του κι αυτός τη μηχανή του, σαν αντίσκηνα ήτανε, απο κάτω χώραγε μέχρι και φουσκωτό με εξωλέμβιο.
Θυμάμαι με τον Στάθη, επειδή πάντοτε κόμπλαρε λόγω εμφάνισης να κάνει καμάκι, πλήρωνε για να πάει με γυναίκα. Κάποτε βρεθήκαμε και οι τρείς στη Λάρισα. Νοικιάσαμε δωμάτια σε ένα ξενοδοχείο και σουλατσάραμε. Αμ, έλα που ο Στάθης θέλει γυναίκα; Του στήσαμε ένα χουνέρι εγώ κι ο Στέλιος, που ακόμα το θυμάται. Η κοπέλα που ήρθε στο ξενοδοχείο ήταν μιλημένη να ..μην μιλήσει. Εγώ κι ο Στέλιος κρυμμένοι κάτω απο το κρεβάτι του.
Μπαίνει ο Σταθάκος με την λεγάμενη, και ξαπλώνουν, πρώτα εκείνη, κάτι που το καταλάβαινες διότι οι σούστες απ' το κρεβάτι δεν κουνήθηκαν πάνω απο πέντε χιλιοστά, και μετά ο πηδηχτούλης, που κόντεψε να μας λιώσει και τους δυό μας απο κάτω, κάνοντάς μας να μετανιώσουμε προς στιγμής με την φαεινή μας ιδέα.. Κάποια στιγμή άρχισε να "κουνιέται", κι εγώ με τον Στέλιο σιγά σιγά, αρχίσαμε και του χαϊδεύαμε τον κώλο, του μαλάκα, που δεν έλεγε να πάρει είδηση.
Όταν μετά πολλά πήρε κάνα δυό αργές στροφές, λέει της γκόμενας..
_Ρε σύ;
_Ναί αγόρι μου;
_Δε με λές; πόσα χέρια έχεις;
_Δύο...δεν τα βλέπεις; μπροστά σου τα έχω..γιατί;
_Τι γιατί ρε; κάτι δεν πάει καλά εδω..
_Δεν σε καταλαβαίνω, τι δεν πάει καλά; με κάνεις και ανησυχώ..
_Ρε τον κώλο μου ποιός τον χαϊδεύει τόση ώρα αφού δεν τον χαϊδεύεις εσύ;
_Α! ιδέα δεν έχω, όχι πάντως εγώ..στα έδειξα τα χέρια μου.. _Μαλάκεςςςςςς...τσογλάνιαααααα...πλάκες ρε είναι αυτές μή σας σπάσω τα μούτρα;
άρχισε να ωρύεται τότε αφού πλέον κατάλαβε ποιοί του την κάνανε την κασκαρίκα.. Εμείς παραλίγο να πνιγούμε απο τα γέλια, βγήκαμε απο το δωμάτιο τρέχοντας και εξαφανιστήκαμε για πάνω απο πέντε ώρες, μέχρι να του περάσουν τα νεύρα. Απο τότε, όταν θέλαμε να τον νευριάσουμε, του λέγαμε, πάμε ρε καμιά βόλτα στη Λάρισα;
Και ξάφνου εκεί στην παραλία...τι βλέπουνε τα πανέμορφα, σχιστά, καταπράσινα και αμυγδαλωτά μας μάτια; (ηρεμήστε, πλάκα κάνω..) Τι είδαμε; ...έ; δυό τουρίστες! αμέ αμέ..ένα ζευγαράκι..
Θα μου πείς, σώπα ρε μεγάλε, είδες τουρίστες στην Ελλάδα; Σωστά..δεν είναι οι τουρίστες απλά, "ΤΙ" τουρίστες είναι το θέμα.. Γιαπωνέζοι..τό 'πα που θα έσκαγα..με κάτι γυαλιά, που άμα τα γύρναγες ανάποδα έβλεπες το φεγγάρι μπροστά σου, και με φωτογραφικές μηχανές κρεμασμένες στο λαιμό σαν κουδούνια, με ένα ύφος ηλίθιο, χαζοχαμογελώντας δίχως λόγο, κάνοντας όλη την ώρα "ΟΟΟοοοοο.." "ΑΑΑαααα.." "ΟΟΟχχχοοοοο.."...
Τροχάδην ο μαλάκας μας ο ιπτάμενος, εις προϋπάντηξην των ξένων, με τα άπταιστα Αγγλικά του...
"γιαπανίς, γιού φάϊτ γουϊθ μί;
Τον κοιτάνε τα μογγολάκια με κάτι ορθάνοιχτα μάτια...σου λένε οι άνθρωποι, ένα μονάχα μας πλησίασε και μας μίλησε απο ολόκληρη Ελλάδα, κι αυτό σαλεμένο μας βγήκε..
Ξανά ο δικός μας, εκεί, απτόητος ο στούρνος,
_"μι και γιού...φάϊτ, καλά;"
_Νοοοοοοοο φάϊτ, νο φάΙτ, του λέει κι ο αρσενικός γιάψης.
_Έλα ρε...τζόκ, νο ρίαλ φάϊτ ρε..πλάκα, τζόκ ρε..
_Νοοοο τζόκ, νοοοοο τζόκ...ξαναλέει ο Τζιαπανίζ...
Παίρνει τότε μια απειλητική στάση, σκέτος Βούδας ο δικός σου, βγάζοντας και μια χαρακτηριστική κραυγή.."ΧΟΥ!! και φωνάζοντας του Γιαπωνέζου: "Θα σε κάνω Μπρούς λή ρε".. στήνεται απέναντί του σαν το τείχος του Βερολίνου!
Και τότε ξαφνικά, σαν να είδαμε ένα πόδι να κάνει μια κίνηση και έναν Στάθη να ξαναγίνεται ιπτάμενος, κάνοντας μετά το "ΧΟΥ" και ένα "Α!-χου" και ένα "σπλάςςςςς" πέφτοντας στα βρωμόνερα της παραλίας και καταπίνοντας λύματα το μαλακισμένο.
Ο Γιαπωνέζος μαζί με την ολόϊδιά του, τάχυναν το βήμα τους πρός άγνωστη κατεύθυνση, ενώ εγώ, ο Στάθης και καμιά κατοσταριά περίεργοι περαστικοί, ταχύναμε προς την γνωστή πλέον σε όλους μας κατεύθυνση, για να βγάλουμε τον βλάκα, που αλλιώς δεν θα έβγαινε, παρά μόνο όταν χόρταινε σκατό..
_Τι έγινε ρε σείς; δεν κατάλαβα.. μας ρώτησε μισοχαμένος σαν τον βγάλαμε..
_Δεν κατάλαβες, έ; τον ρώτησα με ειρωνεία
_Όχι..είδηση δεν πήρα
_Ξανακάνε ρε τον Τσάκυ Τσάν, κόπανε..
Τον πήραμε και φύγαμε κρατώντας τις μύτες μας λες και πήραμε μαζί μας παρέα τον Θερμαϊκό. Πάντως του βγήκε σε καλό γιατί, έμαθε να κολυμπάει στα σκατά, ήταν χορτάτος για τρείς ημέρες, κι έκοψε τις φιγούρες γλυτώνοντας τη μάνα του απο το να του αγοράζει κάθε Τετάρτη καινούργιο παντελόνι.
Να αγιάσει το πόδι σου ρε Κλάιν Μάιν..
πάτ κιούτ πάρτον κάτω.."ΧΟΥ ρε!!"
noumero o filos sou e? ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήkalispera!
pernaw apo edw opote thelw na mou ftiaksei ligo i diathesi..
thetiko einai auto ;)
filia
Θετικότατο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε τιμάει το σχόλιό σου, σε ευχαριστώ..
φιλιά, Νίκος
Ωραίο κομμάτι, όχι όπως τα άλλα όμως
ΑπάντησηΔιαγραφή"Ο Γιαπωνέζος μαζί με την ολόϊδιά του..."=>Έλα ντε όλοι ίδιοι είναι απλά το μήκος μαλλιών διαφέρει χεχε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά σκηνές για κωμωδία.. :)
Να' σαι καλά αδελφέ, καλό βράδυ.