Ο ξεματιαστής..

-Μανώλη φύγε κοντά απο τον γάιδαρο.. -Γιατί; -Γιατί κλάνει το γατί..δίνε του απο κοντά του.. -Όχι! -Ρε άκουσες τι σου είπα; -Εσύ άκουσες εγώ...

-Μανώλη φύγε κοντά απο τον γάιδαρο.. -Γιατί; -Γιατί κλάνει το γατί..δίνε του απο κοντά του.. -Όχι! -Ρε άκουσες τι σου είπα; -Εσύ άκουσες εγώ τι σου είπα; -Κααααλάαα... Και δεν πέρασαν 4 με 5 λεπτά, κι ακούστηκε ένα κοφτό και ξερό "ντάπ", και μετά ένα μακρύ και ...χλωρό "Αάάάιιιιιιιιιι...", λίγο μετά άκουσα και το όνομά μου κυματιστό, "ΝίιΙΙιικοΟΟοοΟοΟΟο", κι απο πίσω απ' όλα αυτά ένας Μανώλης να βαστάει το αριστερό κωλομέρι του και να παριστάνει πως τρέχει..εμ, πως να τρέξει που απο τον πόνο και την τρομάρα κόντεψε να χεστεί πάνω του.. Είμασταν τότε περίπου 12 χρονών. Τον γάιδαρό μας τον φωνάζαμε "γύφτο" για δύο απλούστατους λόγους. Πρώτον ήταν κατάμαυρος σαν γύφτος, και δεύτερον τον αγοράσαμε απο ένα γυφτοχώρι. Μέσα στα πάμπολλα γύφτικα ελαττώματά του ήταν ότι καθόταν κάτω μουλαρωμένος μόλις τον φόρτωνες με οτιδήποτε, κλώτσαγε τον καθένα που θα έκανε το λάθος να βρεθεί σε απόσταση βολής, κάλπαζε άξαφνα πετώντας σε κάτω μέσα στα τσαλιά και τις τσουκνίδες, καθώς και το άλλο, ότι φρενάριζε αστραπιαία άμα έβλεπε κανένα ρυάκι με νερό, ακόμη και λάστιχο ποτίσματος απλωμένο στο δρόμο. Μιλάμε για ABS αερόφρενα..φράπ!! και βρισκόσουν στην άλλη μεριά του δρόμου, με σάλτο αεροπλανικό, να τρως βατόμουρα. Ο Μανώλης μόλις είχε νοιώσει τις παρενέργειες απο το ελάττωμα Νο. 2 του γύφτου. -Τι έπαθες ρε χαμένε; έκανα εγώ τον Κινέζο.. -Με κλώτσησε ο γύφτος γαμώ τον γύφτο του γαμώ.. -Γιατί; τι τον έκανες; -Τίποτα.. -Εμένα γιατί δεν με κλωτσάει; -Εσένα σε γνωρίζει -Κοιμήσου μαζί του τότε μερικά βράδυα να γνωριστείτε, τι να σου πω -Σκάσε ρε, πονάω -Πού; -Να εδώ, αριστερά -Ξαναπάνε και γύρνα κι απο τη δεξιά, να πονάς ασορτί -Σταμάτα ρε.. -Όταν σου φώναζα φύγε, μαγκιές πουλούσες..κάτσε πόνα τώρα.. -Και που το ήξερες ότι θα με κλωτσούσε; έ; για πές; -Δεν το 'ξερες ότι έγινα μάντης; -Όχι.. -Τώρα το ξέρεις, κι άμα ξαναζυγώσεις μερικές φορές ακόμη τον γύφτο, θα γίνεις κι εσύ μάντης Μιλάμε, αυτό το παιδί - βιολί, δεν παιζόταν με τίποτα. Άμα ήθελες να κάνει κάτι, έπρεπε να του το απαγορέψεις, αν όμως του ζητούσες να κάνει οτιδήποτε, καθόταν κι αυτός κάτω, σαν τον γάιδαρο. Μοιάζανε κι όλας στα αυτιά, είχε κάτι αυτιά, ΝΑ! τόσα! Εάν τον έβλεπες να έρχεται απο μακρυά, το πρώτο που ξεχώριζες στον ορίζοντα, ήταν τα αυτιά του, και αναρωτιόσουν με το δίκιο σου, ..."τώρα ο γύφτος έρχεται απο πέρα ή ο Μανώλης;" (ελπίζω να μην με διαβάζει..κάηκα και ποιος τον ακούει) Απο την ημέρα εκείνη δεν ξανακόντεψε τον γύφτο, οπότε χλωμό να γίνει μάντης, μα βρήκε καινούργιες παρέες.. Άρχισε να κάνει παρέα με την Μαυρούδα και την Καστάνα...τις κατσίκες μας. Τη μια τις τράβαγε τα αυτιά, την άλλη τις τράβαγε τα κέρατα, την άλλη έπαιρνε αλάτι στη χούφτα του (το λατρεμένο του βασανιστήριο) και τις τάϊζε μέχρι να λιώσουν απο τη δίψα..όλο κάτι τέτοιες μαλακίες σκαρφιζόταν. Μια μέρα η μία κατσίκα μετά απο μέρες δεμένη μέσα στο μαντρί λόγω που είχε άσχημο καιρό, με το που πάτησε έξω, άρχισε κάτι χαρούλες, κάτι σαλτανάτια στην αυλή, κάτι που εξέλαβε ως επίκληση το δαιμονικόν πνεύμα το επονομαζόμενον Εμμανουήλ, τουτέστιν "Σατανιήλ", το οποίον έτρεξεν αμέσως εις στον τόπο της χαράς, μετατρέποντάς τον εις σκηνήν τρόμου και λύπης. Η κατσίκα στα καλά καθούμενα, κόντευε άξαφνα να ψοφήσει απο φόβο..έπεσε σε ρίγος και αφηνίαζε με σπασμούς σχιζοφρενικούς. Απο πάνω απ' το κεφάλι της να παραμιλάει ο εωσφόρος, μεταμφιεσμένος με την αγγελική μορφή του Μανώλη, κουνώντας κάτι πάνω απ' το ζώο..-αλά τι γμτ- λέγοντας κάτι ακαταλαβίστικες Σολομωνικές μαγγανείες, και δώστου το γίδι να τρελαίνεται πιο πολύ.. Τελικά είδαμε τι κούναγε πάνω απο το κεφάλι της γίδας..Ο μαλάκας βάσταγε ψόφια σαύρα και τρόμαζε το ζώο.. Τρέχει ο παππούς μας, τον φτάνει και του τραβάει ένα σούτ του μικρού, βάζοντάς τον γκόλ μέσα στο κοτέτσι, παίρνοντας κατόπιν εμένα στο κυνήγι λές και έφταιγα εγώ, όστις, και όντας παντελώς, αθώος άρχισα να τρέχω χτυπώντας επιμελώς και ρυθμικώς τας φτέρνας μου εις την κοτίλαν και κοιτώντας πίσω μου, πρώτον με απορία, μην ξέροντας γιατί τρέχω σαν τον Forest Gump, και δεύτερον απο φόβο, μη με φτάσει, διότι μετά..δεν είχα καμία απορία για το μετά. Ο μικρός απο την τρομάρα του, έδιωξε την κλώσα και έκατσε αυτός να της κλωσήσει τα αυγά. Είχε τέτοιο φόβο που σίγουρα θα της έκανε καμιά καλή συμφωνία..π.χ. άσε με να κρυφτώ εδώ μέσα και θα σου κλέβω λιγότερα αυγά.. Ρε βλάκα; του είπα όταν ξαναγύρισα απο το διπλανό χωριό όπου είχα φτάσει, σαν σταμάτησε ο παππούς να με κυνηγάει και όταν αποφάσισε κι ο μικρός να ξεκλωσήσει τα αυγά που κλώσαγε στο κοτέτσι.. -Τι της έκανες της κατσίκας ρε μαϊμούνι; -Την ξεμάτιαζα.. -Με τι ρε σατανά; με την ψόφια σαύρα πάνω απο το κεφάλι της; -Ναί, γιατί; -Τίποτε ρε..όλα καλά, παππούς κοτέτσι 1-0! Δε μου λές; πού έφαγες το πέναλτυ; -Εδώ δεξιά.. -Το ασορτί που σού λεγα, σκατόπαιδο..!

Related

new post 2421590478658623219

Δημοσίευση σχολίου Default Comments

  1. Πολύ καλό το όλο σκηνικό Νικόλα. Μήπως έχεις σκεφτεί να έβγαζες κανένα βιβλίο; (Ρε τι παώ και σκέφτομαι ώρες - ώρες).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. You are zizanio, αλλά, σίγουρα το ξέρεις, έ; :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. I know, γνωρίζω και κατέχω. LOL!!! Νικόλα μπορώ να κάνω μια παραγγελιά;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΘΕΛΩ ΚΙ ΕΓΩ ΑΝ ΓΙΝΕΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ!!!

    :)))))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. κάτσε να δούμε τι θα παραγγείλει το ζιζάνιο..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Θέλω μια κόπια του βιβλίου που θα βγάλεις με αυτόγραφο και αφιέρωση...
    χεχεχεχεχεχεχεχεχε!!!!!!!!!!!!!!!c

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Βρές μου ενδιαφερόμενο εκδότη και τό'χεις...
    χεχεχεχεχεχεχεχεχε!!!!!!!!!!!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

emo-but-icon

Αναγνώστες

item